Δευτέρα 30 Ιουνίου 2008

Θυμός ήταν...






«Δεν ξαναμπαίνω σ΄αυτήν την πλάνη,να γίνω κάτι που το πετάς.
Και θα πετάξω στη φωτιά,τα άδικα τα λόγια.Δεν ξαναγίνομαι γιορτή των αλλονών.
Τ΄ορκίζομαι στον ουρανό,που μ΄αγκαλιάζει χρόνια...»
(Τάνια Τσανακλίδου:Τετάρτη Βράδυ-Κόκκινο Βαθύ)


Ήταν μέρες τώρα που είχε μια άσχημη διάθεση.Κοιμόταν και ξυπνούσε με μια περίεργη γεύση.Πικράδας και... Κάποιου άλλου συναισθήματος που δεν,δεν μπορούσε να το προσδιορίσει.Τα πάντα την άφηναν αδιάφορη.Δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί να διαβάσει ένα βιβλίο,αρνιόταν πεισματικά να κάνει πράματα που άλλοτε τα αποζητούσε με μανία.Τί να συνέβαινε;
Μήπως είχαν αρχίσει να ξυπνούν οι παλιοί της δαίμονες και της έστηναν πάλι καρτέρι;Μήπως να ΄φταιγε το γεγονός οτι είχε κουραστεί και ήθελε επειγόντως διακοπές;Ή μήπως ήταν κάτι άλλο που,επιμελώς,προσπαθούσε να απωθήσει και να το θάψει οσο πιο βαθιά μπορούσε;Ήταν κι αυτός ο πόνος στο χέρι που ολοένα και τις τελευταίες μέρες χειροτέρευε και δεν μπορούσε να κάνει τίποτα.Ούτε καν να πιάσει το μολύβι να γράψει.


Το προηγούμενο βράδι δεν είχε κοιμηθεί καθόλου.Εφάρμοσε όλες τις πρακτικές και τις μαγγανείες που ήξερε προκειμένου,έστω και για μισή ωρα,να καταφέρει να κλείσει τα μάτια.Χαμένος κόπος.Και αποτέλεσμα;Μηδέν.
Το πρωί αποφάσισε μια βόλτα στο κέντρο,έτσι,μήπως και της έφτιαχνε η διάθεση.Δε μπορεί,θα αποξεχνιόταν λίγο και που ξέρεις,μπορεί και να επέστρεφε ελαφρύτερη.Για άλλη μια φορά,ούτε κι αυτό βοήθησε.Ο κόσμος που περνούσε δίπλα της,της προκαλούσε εκνευρισμό.Δεν άντεχε το βουητό και την άσκοπη περιπλάνηση.Ήταν στον κόσμο της χωρίς να είναι."Δώσε μια μικρή βοήθεια για το παιδάκι μου».Κάποιος επαίτης την παρακαλούσε."Βρε δεν πα να ...Fucking idiot»του απάντησε και προσπέρασε.

Αποφάσισε να προστρέξει στην καλύτερη της φίλη.Ήξερε οτι αυτή θα την καταλάβαινε και οτι μαζί ίσως θα έβρισκαν τη λύση.Αλλά και εκεί θάλασσα τα έκανε.Μιλούσε απότομα,κοφτά,σχεδόν μονολεκτικά και ίσως-ίσως και επιθετικά.Η άλλη δεν χρειάστηκε πολύ για να καταλάβει.Την προκάλεσε με εκείνο τον τρόπο που μόνο εκείνη ήξερε.Και τότε μίλησε.
Με λυγμούς σχεδόν παραδέχτηκε πως την είχε κουράσει η ολη κατάσταση.Πως αυτή η αναμονή την είχε τσακίσει και πως ένιωθε οτι είχε υπερβεί τα όρια της.Ποια;Αυτή που έλεγε πως τα όρια είναι για να τα υπερβαίνουμε.
Μα πάνω απ΄ολα έβγαλε θυμό.Θυμό μαζί με παράπονο και θλίψη.Για όλους όσους πέρασαν απ΄τη ζωη της και προσπέρασαν.Δεν την ένοιαζε τόσο αυτό,οσο ότι ποτέ δεν κατάλαβαν.Δεν κατάλαβαν τα θέλω της,τα όνειρα της,τις επιθυμίες της.Απλώς της ζητούσαν χρόνο,της έταζαν,της υπόσχονταν ότι όλα θα πάνε καλά.Ότι νοιάζονταν γι΄αυτήν και την αγαπούσαν.Να μην ανησυχούσε για τίποτα.Και μετά...Χωρίς καμία εξήγηση την άφηναν στην άκρη.Λες κι η ψυχή της,τα αισθήματα της ήταν ένα παιχνιδάκι που μπορούσε ο άλλος να το χρησιμοποιεί κατά πώς ήθελε.Κατά πώς τον βόλευε.Όποτε ήθελε.Κι αν ήθελε.Και τα λόγια που είχε ακούσει.Λόγια,λόγια,λόγια...Και ακόμη κάποιοι είχαν το θράσος να τα επαναλαμβάνουν.
Πού ήταν λοιπόν όλοι αυτοί όταν τους χρειάστηκε;Όταν κάποιες στιγμές απεγνωσμένα τους άπλωσε το χέρι για βοήθεια;Όταν τους ζήτησε να την στηρίξουν και να μην την αφήσουν να ναυαγήσει;Πουθενά.Οχι,ήξερε πως τις μάχες τις δίνει ο καθένας μόνος του.Και ή τις κερδίζει ή τις χάνει.Σύντροφο έψαχνε κι οχι καθοδηγητή.Μια αγκαλιά να μπορεί να αφεθεί,να λυγίσει,να ονειρευτεί ξανά.Να "μιλήσει" με σιωπή.Χωρίς να χρειάζεται να δικαιολογηθεί.Να εξηγήσει...
Ναι,λοιπόν.Ήταν θυμωμένη.Οχι τόσο με τους άλλους οσο με τον ίδιο της τον εαυτό.Αυτή έφταιγε για ολα.Αυτή έδωσε δικαιώματα.Και τώρα,καλά να τα πάθει..
Είπε πολλά.Πάρα πολλά.Ένιωσε μια ανακούφιση να την πλημμυρίζει.Τουλάχιστον τώρα ήξερε.Και πρίν θα μου πεις,μα ίσως δεν τολμούσε να παραδεχτεί.Μα αυτή η γυναίκα πάντα είχε τον τρόπο της.Την ήξερε πια καλά.Και πάντα με αγάπη ήταν δίπλα της.Μπορούσε να της βγάλει ό,τι πολλές φορές δεν τολμούσε να σκεφτεί.Και ήξερε ότι της χρωστούσε πολλά....

Το ίδιο βράδι σπίτι της πια,μόνη θα αποζητούσε πάλι ένα χάδι.Μια αγκαλιά.Μια τρυφερή κουβέντα.Μα τώρα πια ήξερε.Απο πού δεν έπρεπε να τα ζητήσει.Οσο κι αν τα ήθελε,τα λαχταρούσε.Και αυτό θα την πονούσε,θα την πλήγωνε και θα την εξουθένωνε πιό πολύ και απ΄ την εξομολόγηση που είχε προηγηθεί.Κι ας ήθελε να ακούσει πάλι λόγια.Ποιός ξέρει;Ίσως αυτή τη φορά να τα εννοούσαν...


Άραγε θα τα κατάφερνε;







Πέμπτη 26 Ιουνίου 2008

Καλοκαίρι και σ ΄ονειρεύομαι...









"Αν είν΄η αγάπη ένας ρυθμός που αλλάζει συνεχώς
το κορμί είν΄οδηγός.
Και σ΄αγαπώ κάτι βράδια σαν κι αυτά
κι είναι η νύχτα που γεννά την ανάγκη σου ξανά."
(Δήμητρα Γαλάνη:Και σ΄αγαπώ)



Μ΄αρέσει να σε ονειρεύομαι.Νύχτες καυτές,νύχτες καλοκαιριού...



Σαν έρημο-άνυδρη και βασανιστική.Ατελείωτη.Άγονη.

Ο ήλιος καυτός,φονικός.Να καίει το δέρμα μου.Κόκκοι άμμου να διαπερνούν κάθε πόρο του κορμιού μου.Να βυθίζομαι ολοένα και περισσότερο στους αμμόλοφους της ηδονής σου.Να διψάω και τίποτα να μη σβήνει τη δίψα μου.Πυρετός να με καίει και φωτιά στη μέσα μου φωτιά.


Σαν όαση-υγρή και ανακουφιστική.

Να βυθίζομαι στην υγρασία και τη δροσιά της.Φοινικιά το σώμα και νερό οι αισθήσεις.Κρουνός να ξεχύνεται ο πόθος και πηγάδι απύθμενο η λαχτάρα.Να πέφτω και να τσακίζομαι.Και κει να μένω.Κι ας πονάει το σώμα.Κι ας παραπονιέται.


Σα δίλημμα-που να μην ξέρω ποιό δρόμο να διαβώ.

Σε δίστρατα τα βήματα να οδηγούν και γητευτής να χρίεται η ανάγκη.Ξενιτείας σοκάκια το βλέμμα και εστία αποθυμιάς ο ψίθυρος της ανάσας.Ανοίκειος παράδεισος ή προσωπική,καταδική μου κόλαση;



Σα ναο-ιεροκτόνος και ιερουργός.

Προσκυνητής να σπεύδω να συλήσω τον οίστρο σου και οιωνοσκόπος να γενώ των πληγών σου.Διακονητής του μάταιου και διακορευτής των λογισμών σου.Ηνίοχος του ίμερου και πορθητής του αβάτου σου.




Έτσι σε θέλω...

Σ΄ονειρεύομαι...

Μια τέτοια νύχτα

Καλοκαιρινή

Καυτή...




Νυν και αεί....


Καληνύχτα...



υ.γ.Αγόρι μου γλυκό, ή αλλιώς Η., απο καρδιάς ευχαριστώ για τις λέξεις σου.Υπέροχο δώρο...












Τρίτη 24 Ιουνίου 2008

Πόσο;






"Μακάρι να΄ταν αλλιώς
Να ζεις για μια αλήθεια
χωρίς να υποφέρεις.
Μακάρι να΄ταν αλλιώς"
(Φ. Πλιάτσικας:Μακάρι να΄ταν αλλιώς)

Πόσο αντέχει ενα κορμί μακριά απ΄αυτό που λάτρεψε;
Μια ψυχή χωρίς ενα χάδι ακριβό;
Μια αγκαλιά άδεια ν΄απομένει;
Δυο μάτια χωρίς άλλα μάτια να αντικρύζουν;
Δυο ανάσες χωρίς ταίρι;
Μια λαχτάρα σαν δεν έχει πού να ημερέψει;
Ενα τραγούδι,μια ανάμνηση χωρίς τη δική της γη;
Όνειρα και δάκρυα,χαμένα και πικρά, κρυμμένα σε απατηλές σκιές;
Μια αλήθεια που φωλιάζει σε φτηνά υποκατάστατα;
Επιλογές που οδηγούν σε πλάνες;
Μια προσευχή που δε λεει να απαντηθεί;
Ενα όνειρο κλεμμένο απ΄το χρόνο;
Μια ελευθερία που αποζητά να σκλαβωθεί;

Αντέχει;


Καληνύχτα...

Κυριακή 22 Ιουνίου 2008

Σκόρπια...






Είναι στιγμές που θες να γράψεις μα τίποτα δεν μπορείς.Προσπαθείς να συντάξεις λέξεις,μια πρόταση ολοκληρωμένη να βγάλεις μα δεν σου κάθεται.Εδω δεν μπορείς το λογισμό σου να τακτοποιήσεις,τα λόγια σε μάραναν.Ναι,αλλά το θες.Και τί κάνεις;
Τίποτα απολύτως.Ή εγκαταλείπεις την προσπάθεια ή γράφεις έτσι.Χωρίς θέμα,χωρίς σκοπό,χωρίς να ξέρεις γιατί.Χωρίς να απευθύνεσαι κάπου ή σε κάποιον συγκεκριμένα.
Το δεύτερο επιλέγω.Το αποτέλεσμα δεν το ξέρω.Έτσι λοιπόν κι όπου με βγάλει.
Σκέφτομαι λοιπόν πως μ΄αρέσει η νύχτα.Ξέρω, αμέτρητες φορές σας τοχω πει.Μ΄αρέσει όμως νύχτα να περπατάω σε στενά σοκάκια,εκεί στην παλιά Αθήνα.Αρχαία Αγορά,Αέρηδες,οδός Θόλου,Διόσκουρων,Ραγκαβά,Πανός και Τριπόδων.Να σηκώνεις το βλέμμα και να αντικρύζεις την Ακρόπολη και τον Βράχο.Τα λουτρά των Αέρηδων και το Φετιχέ τζαμί.Να σε προσπερνάει κόσμος,να σε σκουντάει και να μη σε νοιάζει.Να χεις δίπλα σου παρέα και να συ στον κόσμο σου.Οχι,αλήθεια σου λεω,καθόλου δεν με νοιάζει.Να κάθεσαι με μια μπύρα στο χέρι και να αγναντεύεις τη Στοα του Αττάλου.Εικόνες μαγικές,στιγμές ανεπανάληπτες που μόνο σαν τις ζήσεις μπορείς να καταλάβεις γιατί σου μιλάω.Λες κι είσαι σε έναν άλλο κόσμο.Αθωότητας,νοσταλγίας δεν μπορώ να το προσδιορίσω.Μόνο να το ζήσω.Και να το κλείσω μέσα μου.Αδύναμη να το κοινωνήσω.Δε βαριέσαι.Ίσως και να καταλάβεις.
Είμαι απρόβλεπτη,το ξέρω.Έρχομαι απο κει που δεν με περιμένεις.Και συ δεν...Το ξέρω.Εκπληξούλα λοιπόν.Μ΄αρέσουν οι άτιμες.Και τις γουστάρω.Να κάνω και να μου κάνουν.Κι η χθεσινή πολύ μου άρεσε.Όπως μ΄αρεσε και που είδα πρόσωπο απ΄το παρελθόν που΄χα πολύ καιρό να ανταμώσω.Όμορφο συναίσθημα.Μα δεν μπορώ ούτε αυτό να στο περιγράψω.Αρα; Αστοχία και πάλι.Μα αν τοχεις νιώσει,τα λόγια περιττά...
Νυχτερινές διαδρομές στην πόλη.Με τα παράθυρα ανοιχτά,με μουσικές αγαπημένες και ο αέρας να σου δροσίζει το κορμί και τη σκέψη που φλέγεται.Σε δρόμους άδειους,με ταχύτητες μεγάλες και συ να το απολαμβάνεις.Να μην θες να τελειώσει κι ας κοντεύει σε λίγο να ξημερώσει.Κι ας σου χτυπάει καμπανάκι ο οργανισμός σου.Εσυ εκεί,τα όρια σου να θες να ξεπεράσεις.Και τα ξεπερνάς.Μα δεν σε νοιάζει.Για μια φορά ακόμη.Γιατί το γουστάρεις.Γιατί ξέρεις πως είναι στιγμές δικές σου και θες να τις ρουφήξεις.Να μην τις χαλαλίσεις.Να τις αφήσεις να σε θέλουν δικές τους να σε κάνουν και να μην μπορείς να αντισταθείς.Οχι,οχι οτι δεν μπορείς.Απλά δεν θέλεις.
Άνθρωποι που δεν ανταμωθήκατε ποτέ κι όμως...Λες κι είναι κοντά σου,μαζί σου.Να εύχεσαι να τους είχες δίπλα σου.Κι ας μην τους ξέρεις.Κι ας μην σε ξέρουν.Κι ομως τους νιώθεις,τους σκέφτεσαι.Περίεργο;Ίσως.Τί να σου πω;Κάποτε μου είχαν θέσει μια ερώτηση:"πώς σκέφτεσαι κάποιον που δεν γνωρίζεις;"Καλά,ρητορική ήταν και την έθετε άλλοςΌύτε τότε ούτε τώρα εχω απάντηση.Δεύτερη φορά αλλά δεν...Συγγνώμη,αλλά αδυναμία και άγνοια δηλώνω.
Είναι κι αυτές οι μουσικές που δεν σ΄αφήνουν σε ησυχία.Σου αποσπούν τη σκέψη,σε ταξιδεύουν.Σε μελαγχολούν και σε κάνουν να ονειρεύεσαι ταυτόχρονα.Νότες και λόγια που ταχεις συνδέσει με συγκεκριμένες σου στιγμές.Με πρόσωπα.Με καταστάσεις.Αρρώστια τα τραγούδια.Μα τέτοιες αρρώστιες τις γουστάρω.Κι ας έχουν αργή ανάρρωση πολλές φορές.Ασε που μπορεί και να μην έχουν.Αδιάφορο.Αλήθεια σου λεω.Αν θες το πιστεύεις.
Θες να μάθεις και για κάποιους ανθρώπους.Αν είναι καλά.Και συ βρε άνθρωπε βρήκες τώρα να κλείσεις το κινητό;Άντε τώρα να περιμένεις ως το πρωί.Τουλάχιστον ελπίζεις πως καλύτερα.Αλλά άλλο αυτό κι άλλο να ξέρεις.Είναι το ίδιο;Οχι για πες.Σαφώς και δεν είναι.
Τί να σκέφτονται άραγε κάποιοι άνθρωποι για σένα;Σε θέλουν,σημαίνεις κάτι γι΄αυτούς;Μπορούν να σε καταλάβουν;Σε δικαιολογούν ή σε παρεξηγούν;Σ΄έχουν μάθει έστω και λίγο;Απορίες,πολλές.Και που ξέρεις,ίσως και να παραμείνουν τέτοιες.Ίσως κι οχι.Θα δείξει;Ναι,θα δείξει.

Αστο.Δεν βγάζει πουθενά.Δεν υπάρχει ειρμός,συνοχή σκέψης.Ασυναρτησίες.Χύμα και σκόρπια.Και πολλές φορές αυτό μπορεί να σε οδηγήσει χωρίς να το επιδιώκεις να γίνεις πιο συγκεκριμένος.Δεν το θέλω.Όχι απόψε Όχι τώρα.
Γιατί αισθάνομαι οτι τοχω.Και πρέπει να το κουμαντάρω.Οσο μπορώ και το ελέγχω.Ακόμη μπορώ.Μετά απο λίγο δεν ξέρω.
Και κλείνω έτσι.Απότομα.Χωρίς δεύτερη κουβέντα....

Καληνύχτα.

Υ.Γ Το τραγουδάκι αφιερωμένο.Μα κάνε πως δεν κατάλαβες.Αν δεν γουστάρεις.Κι αν πάλι ναι,πες το μου.Στο αλλού.Ξέρεις εσυ...

Πέμπτη 19 Ιουνίου 2008

10+ 1 άχρηστα για μένα









Πριν μερικές μέρες με προσκάλεσε η Συβίλλα σε ενα παιχνιδάκι.Αν και ομολογώ πως δεν είμαι σε φάση για τέτοια,αποφάσισα να αποδεχτώ την πρόσκληση.Γιατί Συβίλλα είναι αυτή.Θες να βγάλει κάνα χρησμό περίεργο,και να με αποτελειώσει;Ασε καλύτερα.Δεν θα αντέξω κι άλλους!!!Αρκετά.
Πρέπει,λέει,να σας αποκαλύψω 10+1 πληροφορίες για μένα.

Μεταξύ μας;Νομίζω άχρηστες.

Λοιπόν,ξεκινάμε.


1. Τον τελευταίο καιρό καπνίζω πάααρα πολύ (βλέπε δυο πακέτα και...)και τρείς διαφορετικές μάρκες ταυτόχρονα!!!

2.Σιχαίνομαι το γάλα.Εχω να πιω απο τότε που τελείωσα το σχολείο.Βάλε με νου σου πόσα χρόνια....

3. Σε ηλικία πέντε χρονών είχα πιει...χλωρίνη.Δεν το συζητάμε.Εκεί να σε είχα...

4.Παλαιότερα έπαιζα μανιωδώς pacman και tetris.

5.Λατρεύω τις καλοκαιρινές συναυλίες....Χμ...Οχι πάντα τώρα που το ξανασκέφτομαι...

6.Αγαπημένος προορισμός η Μονεμβασιά,αν κι εχω να παω πολλά χρόνια,και το Παρίσι.

7.Εννοείται οτι λατρεύω μπύρα και κόκκινο κρασί.

8.Λατρεύω τα αρώματα και τα αλλάζω συχνά.Μα πάντα σταθερή αξία είναι το Rush,το Light Blue,το Angel και το Emporio Armani.

9.Άρχισα πάλι να ακούω ξένη μουσική,που για διάφορους λόγους την είχα απαρνηθεί.Όταν όμως μπλέκεις με "κακές" παρέες, να τι παθαίνεις!!!!

10.Ξοδεύω πολλά χρήματα για cd και βιβλία.


Και

+1 Η καλύτερη μου φίλη εχει πάντα μια φοβερή διαίσθηση και τις περισσότερες φορές,δυστυχώς,πάντα πέφτει μέσα.Φτου!!!

Αυτά είναι μερικά άχρηστα για μένα.

Ανασαιμιά μου, Κοπέλα μου, Ομπρελίτσα μου Φεγγαραγκαλιά μου,


Για να σας δω......






Δευτέρα 16 Ιουνίου 2008

Πρό(σ)κληση...






"Παράφορη εποχή
κι η μέρα όμορφη
η μέρα δύσκολη
μια πρόκληση ζωής
αθάνατοι θνητοί."

(Σωκράτης Μάλαμας:Τίποτα δεν χάθηκε)

Απόψε λεω να σε προ(σ)καλέσω να κάνουμε μαζί ενα ταξίδι.Όχι,όχι απ΄αυτά που έχεις συνηθίσει.Σε ένα άλλο.Ίσως περίεργο,παράξενο,μα πίστεψε με όμορφο.
Τί θα έλεγες λοιπόν να συνταξιδεύσουμε;Εγω κι εσυ.Μαζί.Πλάι-πλάι.Χέρι με χέρι.Με το ίδιο βήμα.Ναι,ξέρω.Δεν σου είπα ακόμη το πού.
Ο κόσμος μου,η γη μου.Αυτός θα είναι ο προορισμός.Και έχω να σου δείξω πολλά.
Τα χώματα που μ΄αρέσει να βαδίζω και τα αρώματα που έκλεισα μέσα μου μυρίζοντας τα.Τις θάλασσες που με ταξιδεύουν και τα λιμάνια που με γαληνεύουν.Το αχ των τραγουδιών μου και τους λυγμούς των αναστεναγμών μου.Τα χρώματα του ηλιοβασιλέματος και τον πυρετό της νύχτας μου.Τον αχο των λέξεων μου και την καρτερία των συλλογισμών μου.Το απόκρυφο ευαγγέλιο των αναμνήσεων μου και το ουράνιο τόξο των ονείρων μου.Το μαργαριτάρι των παραμυθιών μου και το καλειδοσκόπιο του χρόνου μου.Την ηχω της προσευχής μου και το απόδειπνο των θελημάτων μου.
Μα να ξέρεις.Θα σου δείξω κι άλλα.
Τα σκοτάδια του πόνου μου και την έρημο των δακρύων μου.Τον λαβύρινθο των επιθυμιών μου και τα ναυάγια των καραβιών μου.Την κραυγή της σιωπής μου και την αλφάβητο της λύπης μου.Τις ερινύες των πειρασμών μου και το ξελόγιασμα των δαιμόνων μου.Το ζόφο του χαμού μου και την πίκρα των ημερών μου.Την πτώση στη μοναξιά μου και το βάραθρο της ελευθερίας μου.Τα μαύρα φεγγάρια των ερώτων μου και την άβυσσο των αισθήσεων μου.

Αυτά, μα όχι μόνο,θέλω να σου δείξω στο ταξίδι μας αυτό.
Και σαν θελήσεις και ναι αποκριθείς,να μου το πεις.Να..Πάρε το χέρι μου.
Κι αν φοβηθείς και τ΄αρνηθείς,πάλι να μου το πεις.
Να σε δικαιολογήσω.Ναι.
Δεν πειράζει,να σου πω,και τη δίψα μου σε άλλες θάλασσες να σβήσω και την λαχτάρα μου σε άλλη γη να περπατήσω.
Μόνο στη πλάνη μη μ΄αφήσεις και στο μαρτύριο του καημού με παραδώσεις.
Απαρνήσου με καλύτερα μα μη με κουρσέψεις και τους θησαυρούς μου ακριβοπουλήσεις σαν λάφυρα στις αγορές του κόσμου...

Σάββατο 14 Ιουνίου 2008

Έλα ,δεν είσαι πια παιδί...










"Δεν έχει η νύχτα απόψε νικητή
απόψε δεν πετύχαμε με βέλη την καρδιά μας
σαν κεραυνός με χτύπησες
κι εγώ σαν αστραπή
σαν όλα αυτά που ζήσαμε
να μην μετρούσαν για ζωή

Απόψε χάσαμε κι οι δυο
αυτός που φεύγει δεν νικά
πώς να στο πώ
κι αυτός που μένει δεν ξεχνά
πώς να στο πώ
απόψε χάσαμε καρδιά μου και οι δυο"

(Δ. Μητροπάνος:Απόψε χάσαμε κι οι δυο)

"Τελικά είχες δίκιο μάγκα μου.Πόσο δίκιο είχες.Με προειδοποίησες.Δεν γίνεται στην ηλικία σου να νομίζεις πως είσαι παιδί.Να νομίζεις πως επειδή πέρασες μια μέρα ηλιόλουστη,αυτό θα μπορεί να συνεχίζεται.Τί κι αν ένιωσες παιδί λοιπόν,σήμερα;Τί κι αν έκανες πράματα που υπο φυσιολογικές συνθήκες δεν θα μπορούσες;Τί κι αν έβγαλες τη γλώσσα στους μεγάλους;Τί κι αν κυλίστηκες σε παιδότοπους και σε παιδικές χαρές;Τί κι αν το άσπρο πουκάμισο γέμισε λάσπη και λερώθηκε,όπως τα ρούχα των παιδιών;Τί κι αν γρατζούνισες τα γόνατα και τα χέρια;Αυτά περνάνε,μάγκα μου.Για άλλα σε λυπάμαι.Για άλλες γρατζουνιές που σημάδι αφήνουν.Τί κι αν έκανες ζαβολιά και είπες πως γυρεύεις ιατρική συμβουλή απο τη φίλη σου,εντάξει οχι πως δεν την είχες ανάγκη,μα έμπασες τους καφέδες απ΄το παράθυρο για να μην σε δουν οι άλλοι και στα χώσουν και τότε τί θα έλεγες;

Δε μου λες μάγκα μου;Τα παιδιά πίνουν ούζα μέρα-μεσημέρι στην Καισαριανή;Καπνίζουν παθιασμένα όπως εσύ;Πίνουν τέσσερις καφέδες την ημέρα;Ξενυχτάνε μέχρι τις τρείς;Κάνουν έρωτα;Διαβάζουν τις δικές σου ασυναρτησίες;Μπαίνουν και βγαίνουν στο σπίτι τους όποτε γουστάρουν;

Όχι.Το ξέρεις πως όχι.Τα παιδιά ελπίζουν.Ονειρεύονται και τραγουδούν.Αγαπάνε και δικαιολογούν.Αρέσκονται να χάνονται σε αγκαλιές και να αποζητούν χάδια και φιλιά.Χτυπάνε,ματώνουν,πονάνε μα σε λίγο γελάνε..Κλαίνε και γελάνε ταυτόχρονα.Χαίρονται.Κάνουν νέους φίλους και δεν τους νοιάζει αν χάσουν τους παλιούς.Για λίγο ίσως μα μετά τους ξεχνούν.Γιατί ο νέος είναι ωραίος που λέει και το άσμα.Και κάθε μέρα αγαπάνε και ερωτεύονται άλλο παιδάκι.

Λοιπόν μάγκα μου;Εξακολουθείς να νομίζεις πως είσαι παιδί;Πως ολα τα ξεπερνάς ανώδυνα;Πως λες ενα δε σε νοιάζει και όλα καλά;Πως δεν σου καίγεται καρφάκι;
Ποιόν κοροϊδεύεις;Εσένα ή εσένα;Σε είδα και σε καμάρωσα πάλι...

Πάρτο απόφαση,μάγκα μου.Μόνο σε ένα ίσως παραμένεις παιδί.Στο οτι εξακολουθείς και εμπιστεύεσαι τους ανθρώπους.Και τους δέχεσαι όπως είναι.Και τους δικαιολογείς.Ακόμη κι αν βλέπεις ότι δεν σε πάνε.Δεν σε γουστάρουν,βρε αδερφέ.Γιατί τους πέφτεις λίγος.Γιατί ό,τι ήταν να πάρουν στο πήραν και έτερον ουδέν.Σε χρησιμοποίησαν μάγκα μου και δεν το κατάλαβες.Ή αρνήθηκες να το παραδεχτείς.Γιατί νόμιζες πως οι άλλοι είναι σαν εσένα.Ειλικρινείς.Πως ό,τι έχουν να σου πουν θα στο πουν.Στα ίσα και χωρίς περιστροφές.

Σε γελάσανε μάγκα μου.Δεν είναι έτσι.Τα παιδιά είναι παιδιά.
Δεν είναι μαλάκες όπως εσύ.
Τα παιδιά καταλαβαίνουν.
Έπαιξες,έχασες και αυτό είναι ολο.
Παραδέξου το.
Με έπιασες τώρα;"

"Υ.Γ: Έκανες ένα λαθάκι,μάγκα μου.Τα παιδιά δεν δικαιολογούν.Τα παιδιά απαιτούν.Τα θέλουν όλα και τα θέλουν τώρα.Να γίνεται το δικό τους.Τη συγκεκριμένη στιγμή.Κι αν το αρνηθείς,σου κρατάνε μούτρα.Και ρωτάνε.Συνέχεια ρωτάνε να μάθουν.Έχουν απορίες.Και θέλουν να πάρουν απαντήσεις.Ζηλεύουν καμιά φορά και διεκδικούν την αποκλειστικότητα της αγάπης σου.Και αυτό στο θυμήσανε σήμερα.Γιατί ξεχνάς...

Συνεννοηθήκαμε ;"



Τρίτη 10 Ιουνίου 2008

Το μπλε που δεν ξέχασα






"Δες κι εσυ,κατάντησες σαν όλους κι εσύ.Η χρυσή της νιότης μου επανάσταση.
Κρίμα που δεν τόλμησες..."
(Χάρις Αλεξίου:Όλα θα΄χανε αλλάξει)

Ήταν ενα μαρτιάτικο πρωινό Κυριακής,πρίν πολλά-πολλά χρόνια.Ξύπνησε δύσθυμη,δεν ήθελε να αποχωριστεί την απαλή αίσθηση του πουπουλιένου παπλώματος της.Προσπάθησε να πείσει τον εαυτό της πως δεν γινόταν αλλιώς.Εξάλλου ήταν αυτή που θα συντόνιζε το αφιέρωμα για την ημέρα της Γυναίκας.Το πήρε απόφαση.Έπρεπε.Έκανε ενα βιαστικό μπάνιο,ήπιε καφέ και βγήκε.Ήταν κι αυτός ο πρόσφατος χωρισμός,βλέπεις,που της δημιουργούσε αλλόκοτα συναισθήματα.
Πήρε τη θέση της στο πάνελ.Έβλεπε φίλους και γνωστούς να φτάνουν,όταν ξαφνικά το βλέμμα της σταμάτησε σε εκείνον.Δεν έδωσε σημασία.Συνέχισε να διαβάζει το κείμενο της."Η θέση μου είναι εδώ,δίπλα σου;Βλέπω το όνομα μου.Είμαι ο Γιάννης ...Καλημέρα." Ένα ξερό ναι και μια μισή καλημέρα,απ΄αυτές που λες όταν δεν θες να δεις και να μιλήσεις σε άνθρωπο,ήταν η απάντηση της.Η εκδήλωση ξεκίνησε,όλα προχωρούσαν κανονικά.Καλύτερα απ΄ό,τι είχε φανταστεί.Απορροφημένη στις σκέψεις της,ούτε κατάλαβε πως έπρεπε να πάρει αυτή το λόγο.Της έπιασε απαλά το χέρι."Συγγνώμη αν σε ξυπνώ απ΄το ονειροπόλημα σου,μα πρέπει να συνεχίσουμε".Αυτό του το άγγιγμα αναστάτωσε όλες της τις αισθήσεις.Τον κοίταξε στα μάτια.Αυτά τα μάτια που δεν θα ξεχνούσε ποτέ."Γκρί μπλέ ή πράσινα ναναι;" αναρωτήθηκε."Ναι,φυσικά,συνεχίζουμε",απάντησε εμφανώς αμήχανα.
Η εκδήλωση στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία και εκείνη χάθηκε μέσα στους φίλους και τους καθηγητές της.Έψαχνε να τον βρεί.Μάταια.Λες κι άνοιξε η γη και τον κατάπιε.Πέρασε ο καιρός,το συμβάν ξεχάστηκε,μα που και που θυμόταν αυτά τα μάτια.Τίποτε άλλο απ΄αυτόν,μόνο αυτά.Η ζωή της συνεχίστηκε κανονικά,το ίδιο ανιαρή και μονότονη.
Ένα ζεστό βράδυ του Ιούλη,αποφάσισε να επισκεφθεί τις εκδηλώσεις που διοργάνωνε ο δήμος που έμενε.Πολιτικοποιημένη καθώς ήταν,δεν ήταν δυνατόν να αγνοήσει τη συζήτηση που θα γινόταν.Ασε που μετά θα είχε και συναυλία με την Αρλέτα.Δεν θα το έχανε με τίποτα.Η φωνή του ομιλητή της φάνηκε γνώριμη,μα δεν ήταν σίγουρη.Και τότε τον είδε.Ρητόρευε με πάθος ενάντια στον πόλεμο και τους στρατούς του,που φυλακίζει τα όνειρα χιλιάδων νέων ανθρώπων.Τον ερωτεύτηκε.Απο κείνη τη στιγμή.Στο τέλος πήγε και τον βρήκε.Φύγανε μαζί και συνέχισαν τη βραδιά τους.Μέχρι αργά.Πρίν αποχωριστούν,έκοψε ένα κομματάκι χαρτί απ΄την εφημερίδα του και της έγραψε το τηλέφωνο του."Να τα ξαναπούμε,αν θες κι εσύ."
Τον σκεφτόταν μέρα-νύχτα.Τόλμησε και πήγε να τον βρεί στη δουλειά του.Ακολούθησαν πολλές τέτοιες συναντήσεις,με συζητήσεις διάφορες,μα πάντα με έναν ερωτισμό να πλανάται μεταξύ τους.Ενα βράδυ την προσκάλεσε σπίτι του.Της αποκάλυψε ότι ήταν ερωτευμένος μαζί της.Είπαν πολλά.Άνοιξαν τις καρδιές τους κι ήρθαν κοντά.Πολύ κοντά.Όχι,δεν έκαναν έρωτα εκείνο το βράδυ.Η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν έκαναν.Πάντα λίγο πρίν το τελευταίο βήμα,εκείνος έκανε πίσω.Το βλέμμα του σκοτείνιαζε και έπαιρνε εκείνο το άγριο βαθύ μπλέ-μαύρο της θάλασσας,λίγο πρίν ξεσπάσει η μανία της στα βράχια.Δεν ήθελε,λέει,να τη δεσμεύσει.Θα έφευγε φαντάρος σε δυο μήνες,εκείνη θα έδινε για δεύτερη χρονιά πανελλαδικές .Η σχέση τους ήταν εξαρχής καταδικασμένη.Με τον έναν εδω και τον άλλον αλλού.Δεν ήταν σωστό...
Προσπάθησε να τον μεταπείσει.Μάταια.Τον ικέτευε για μια νύχτα έρωτα,ολοκληρωμένου έρωτα μαζί του.Ανένδοτος.Είχε πάρει τις αποφάσεις του.Πάντα,τελευταία στιγμή,της αρνιόταν αυτό που λαχταρούσαν κι οι δυό.Να ενώσουν τα κορμιά τους,να κυλιστούν και να αφεθούν στο πάθος τους.Να γίνουν ένα...
Η στιγμή του αποχωρισμού δεν άργησε.Το τελευταίο βράδυ της έδωσε ένα γράμμα,με την παράκληση να μην αναφέρει το περιεχόμενο του πουθενά.Ήταν ό,τι καλύτερο του είχε τύχει,και κοίτα πως τα έφερε η ζωη...Οι μήνες περνούσαν.Τον έψαχνε απεγνωσμένα.Μάθαινε νεα του απο κοινούς φίλους,του έστελνε γράμματα.Μόνο σε δυο-τρια απάντησε.
Μια μέρα του Αυγούστου,πριν τα γενέθλια της την πήρε τηλέφωνο.Ήθελε να την δει.Μίλησαν για το τότε και το τώρα.Ήρθαν κοντά.Μα πάλι δεν έκαναν έρωτα.Όχι μέχρι τέλος.Και χάθηκαν.Άλλη μια φορά...
Ένα απόγευμα του Οκτώβρη της τηλεφώνησε.Είχε απολυθεί πια και κείνη είχε περάσει στη σχολή που ήθελε.Της ανακοίνωσε οτι είχε αρραβωνιαστεί και σε λίγο καιρό θα παντρευόταν.Όχι,ό,τι της είχε πει ήταν αλήθεια.Την αγαπούσε.Πάντα θα την αγαπούσε.Μα δεν ήταν μπορετό να είναι μαζί.Εκείνη "αρρώστησε".Ανήμπορη να αντιδράσει.Οι φίλοι της άρχισαν να ανησυχούν.Για άλλον άντρα βέβαια,ούτε που το συζήταγε.Της πήρε καιρό πολύ να μπορέσει να σταθεί ξανά στα πόδια της.
Τον έψαξε.Μετά απο τρία χρόνια τον βρήκε εγκατεστημένο στο νησί που καταγόταν.Τηλεφωνήθηκαν αρκετές φορές,μα πάντα στη φωνή του διέκρινε έναν τόνο μελαγχολίας."Εγκλωβίστηκα,της είπε την τελευταία φορά.Συμβιβάστηκα.Εγω ο επαναστάτης.Εγω που θα άλλαζα τον κόσμο..."Προσπάθησε να τον παρηγορήσει.Αδιέξοδο.Χάθηκαν.Οριστικά αυτή τη φορά.
Απο τότε πέρασαν δεκαπέντε χρόνια.Τον είδε σήμερα.Στο κέντρο.Κοντά στη παλιά του δουλειά,Αιόλου και Σταδίου.Μήπως έκανε λάθος;Μπα,όσα χρόνια και να περνούσαν,όσοι άντρες κι αν πέρασαν απ΄την καρδιά και το κορμί της,Εκείνον ποτέ δεν θα μπορούσε να τον λησμονήσει.Βρέθηκαν πρόσωπο με πρόσωπο.Τα μάτια του,εκείνα τα μάτια που είχε λατρέψει,απέφυγαν να την κοιτάξουν."Συγγνώμη,σας πέρασα για μια παλιά φίλη",της είπε.Και συνέχισε το δρόμο του.Φοβισμένος,ένας ακόμη μέσα στους πολλούς.
Θέλησε να του φωνάξει,να τρέξει πίσω του,να τον αγκαλιάσει.Να του πει πως,ναι,ήταν αυτή.Αυτή που κάποτε τόσο αγάπησε."Έλα κοντά μου,έλα σε μένα.Να κάνουμε έρωτα,και έπειτα να σε κλείσω στην αγκαλιά μου και να μου τα πεις όλα.Τί σου ΄καναν μάτια μου,πες μου,και έγινες κάποιος άλλος;".Κάτι την κρατούσε καρφωμένη στο έδαφος και δεν την άφηνε να κάνει βήμα.Ώσπου τον έχασε.Μέσα στο πλήθος.Δεν τον ξεχώριζε πια..
Αργά το βράδι,σπίτι της,ξανάφερε στο νου της όλο το συμβάν.Άκουσε τον εαυτό της να ψιθυρίζει:"Καλύτερα.Καλύτερα έτσι.Που δεν έκανα και δεν είπα τίποτα.Θέλω να κρατήσω την εικόνα που είχα για σένα.Ρομαντικός,επαναστάτης,ονειροπόλος.Δεν θα άντεχα να δω πόσο λίγος έχεις γίνει.Εγώ άλλον αγάπησα.Άλλον.Όχι εσένα."
Σηκώθηκε,πήρε μια μπύρα,άναψε τσιγάρο και κάθησε στον υπολογιστή.Μα θυμήθηκε πάλι τα μάτια του."Άραγε τί χρώμα ήταν;Γκρί-μπλέ ή πράσινα;Ακόμη αναρωτιέμαι.Πάντα με μπέρδευαν."Πήρε τη μπύρα και τα τσιγάρα της και βγήκε στο μπαλκόνι.Ήθελε να πάρει αέρα.Κοίταξε το φεγγάρι και σκεφτόταν....
Ναι,μπλέ ήταν τελικά...Και θυμήθηκε κάποια άλλα μάτια.Με το ίδιο ακριβώς χρώμα...
Και μελαγχόλησε...

Κυριακή 8 Ιουνίου 2008

Ωδη για ενα χαμένο όνειρο...






"Κι αν έχεις τίποτα μαζί μου να συγκρίνεις
εδω να μείνεις,να το μάθουμε κι οι δυο..."
(Ελευθερία Αρβανιτάκη:Της καληνύχτας τα φιλιά)

"Συχνά ονειρευόμουν,
ονειρευόμουν ότι θα ζούσαμε πολύ,
πολύ καιρό μαζί.

Είχα ονειρευτεί το μοίρασμα
και τη χαρούμενη εγκατάλειψη
των ταξιδιών και των ανακαλύψεων.

Είχα ονειρευτεί ένα σπίτι
ανοιχτό στα αναπάντεχα γυρίσματα
των καιρών,
κήπους και γιορτές.

Είχα ονειρευτεί φυτέματα,
γωνιές μυστικές,σπάνια δέντρα
με σημασίες που μονάχα εμείς θα
γνωρίζαμε.

Είχα ονειρευτεί ακόμη μοιράσματα
απόκρυφα
γεμάτα ελευθερία.

Είχα ονειρευτεί πως θα γερνούσαμε μαζί,
θα περπατούσαμε,
και ο καθένας σεβόταν τον
ρυθμό του άλλου.

Ναι,είχα κάνει αυτά τα όνειρα,
Αλλά ήμουν ο μόνος που τα είχε ονειρευτεί..."

(Jacques Salome')


Μα το χειρότερο ξέρεις ποιό είναι;
Να ονειρεύονται κι οι δυο.Τα ίδια...
Μόνο που ο ένας δε θα το παραδεχτεί ποτέ...
Γιατί; Αυτό είναι μια άλλη ιστορία...
Που πονάει.

Πονάει πολύ,σου λέω...

Πέμπτη 5 Ιουνίου 2008

Alter ego






"Ό,τι μας δένει στα παλιά είναι οι κακές συνήθειες
το ΄νιώθω τώρα καθαρά πως είναι αργά γι΄αλήθειες"
(Μίλτος Πασχαλίδης:Κακές Συνήθειες)

"Σε βαρέθηκα πια.Με κούρασες,μ΄ακούς;Μια ζωη τα ίδια.
Μα σήμερα όμως με απογοήτευσες.Γιατί σου φαίνεται παράξενο ή παράλογο;Συ δεν είπες πως δε θα το ξανακάμεις;Πόσες φορές μου ορκίστηκες οτι ως εδώ΄πως θα ελέγχεις τις επιθυμίες σου;Οτι θα είσαι εγκρατής;
Και να πεις πως δεν ξέρεις;Πως δεν έχεις μάθει;Σου τα λένε συνέχεια,ξελαρυγγιάζονται.Σε παίρνουν με το καλό-τίποτα.Με το άγριο-τα ίδια.Εσυ εκεί.Μια ζωή να κάνεις του κεφαλιού σου.Ή μάλλον,για να μη σε αδικώ,της καρδιάς σου.Πάντα κάνεις ό,τι αυτή σε προστάζει.Κι ας λες πως δεν...

Μα ως πότε;Για πες μου;Εσύ δεν είσαι που λες οτι η λογική πρέπει να μπαίνει μπροστά;Μαλακίες.Στα λόγια είσαι πάντα πρώτος.Μανούλα.Στις πράξεις υστερείς.Μετεξεταστέος.Μια ζωη.Και σαν συνειδητοποιήσεις,ζητάς συγγνώμες.Εντάξει,οχι για το φαίνεσθαι.Το ξέρω οτι το εννοείς.Είδες το διαπραχθέν λάθος.Εκ των υστέρων όμως.Πρωτύτερα,στον κόσμο σου.Ορμάς κι όπου σε βγάλει.Γιατί έτσι νιώθεις και πρέπει να το εκφράσεις.Πάντα οδηγός σου η λαχτάρα, η επιθυμία,η αγάπη.Άτιμες αφέντρες.Σε παίζουν κατά πως θέλουν αυτές.Και αφήνεσαι άθυρμα στις προσταγές τους.

Κοίτα:τελευταία σου ευκαιρία.Δεν θα μπορώ να σε δικαιολογώ πάντα.Ούτε να σε συγχωρώ.Ούτε να σε υπερασπίζομαι.Γιατί με έχεις θυμώσει.Γιατί με έφτασες στα όρια μου.Συγκρατήσου λοιπόν.Όσο είναι καιρός.Όσο σε αντέχω ακόμη.
Σε προειδοποίησα.Δεν θα μπορέσεις μετά τίποτα να μου προσάψεις.

Εγώ. Ο άλλος σου εαυτός.
Στα είπα ολα..."

Τρίτη 3 Ιουνίου 2008

Ποτέ ξανά...






"Θυμάμαι,τίποτα δεν άξιζε να πάμε,τίποτα απ΄τα πράγματα που τώρα μ΄έκανε η ζωή να μπορώ να τα λέω για δώρα..."
(Χάρις Αλεξίου:Τα Καρέλια)

Της ζήτησε χρόνο.Να σκεφτεί. Να σιγουρευτεί.Οχι πως δεν ήξερε,μα έπρεπε να πάρει μιαν απόφαση.Πώς θα συνέχιζαν.Μαζί και χώρια ή μαζί-μαζί;Φαινόταν διχασμένος.Ήξερε,λέει,μα έπρεπε να βεβαιωθεί.
Το δέχτηκε.Τί άλλο μπορούσε να κάνει;Είχε συνηθίσει εξάλλου.Πάντα όλοι χρόνο της ζητούσαν.Κι ας ήξερε.Κι ας μάντευε.Πως τούτη η επίκληση μόνο πόνο θα της έφερνε.Έτσι γινόταν πάντα.Ο χρόνος που κυλούσε δεν έφερνε τον χρόνο πίσω και όσα της ζητούσαν.Και πολύ περισσότερο απαντήσεις.
"Ας μείνει μόνος" λοιπόν,σκέφτηκε.Θα του έδινε αυτό που της ζητούσε.
Συνέχισε τη ζωη της κανονικά.Υποτίθεται.Γιατί ολοένα και πιο συχνά έπιανε τον εαυτό της να ρίχνει κλεφτές ματιές στο κινητό της.Κι αν την είχε πάρει;Κι αν είχε αφήσει μήνυμα και δεν το είχε δει εγκαίρως;Που και που τον έψαχνε.Του τηλεφωνούσε,του έστελνε μηνύματα.Ανάλογα με τη διάθεση του απαντούσε.Άλλοτε ψυχρά και τυπικά.Άλλοτε της έλεγε πως του έλειπε.Και πολλές φορές,εμφανώς,την αγνοούσε.
Πέρασε καιρός.Η αναμονή την είχε τσακίσει.Τα βράδια, το κινητό είχε πάρει μια μόνιμη θέση στο μαξιλάρι της.Ξυπνούσε,όσο βέβαια κατάφερνε να κοιμηθεί,και το αναζητούσε.Στην ουσία αυτόν αναζητούσε.Την απάντηση του.Δεν την ένοιαζε τόσο το ναι ή το όχι όσο να πάρει μιαν απάντηση.Χίλιες φορές ενα όχι παρά αυτή η αδιαφορία.
Και μια μέρα πήρε τη μεγάλη απόφαση.Του τηλεφώνησε αυτή.Της είπε πως είχε πάρει τις αποφάσεις του και σχεδόν ήταν σίγουρος.Δυό μέρες ζητούσε μόνο και μετά...
Μετρούσε τις ώρες,τα λεπτά."Δεν μπορεί.Μου το υποσχέθηκε.Και δεν πέρασαν ακόμη οι δυό μέρες..."
Φυσικά δεν της τηλεφώνησε.Δεν την έψαξε.Το κατάλαβε.Όλα είχαν τελειώσει.Έκλεισε το κινητό.Αυτό που είχε μόνο γι΄αυτόν.Για να τη βρίσκει μόνον εκείνος.Το άφησε σε μια γωνιά και σχεδόν το ξέχασε.Πέρασε καιρός.Το χρειάστηκε ξανά.Το άνοιξε και βρήκε ένα μήνυμα:"Θα τα πούμε από κοντά.Αύριο στις δέκα.Στον Λωτό,στο Νεο Ψυχικό.Να είσαι εκεί.Θα σε περιμένω." Κοίταξε το ημερολόγιο.Είχε περάσει κιόλας μια βδομάδα.Πάτησε "απάντηση" και βρήκε μια καλή δικαιολογία.Πως μόλις το είχε πάρει απο το service και γι΄αυτό δεν απάντησε νωρίτερα.Πως ήταν πρόθυμη να τον δει και σήμερα,τώρα,όποτε τέλος πάντων αυτός μπορούσε.Πληκτρολόγησε το νούμερο του.Μα αντί αποστολής πάτησε αυτόματα διαγραφή και σβήσιμο.
"Δεν έχει καμιά σημασία πια",σκέφτηκε."Αν πραγματικά ήθελε,αν επιθυμούσε να δώσει την απάντηση που όφειλε θα με είχε ψάξει.Θα με είχε βρεί."
Άναψε τσιγάρο και σκέφτηκε,σχεδόν ορκίστηκε στον εαυτό της,πως ποτέ πια δεν θα ξαναέδινε χρόνο.Σε κανέναν.Ποτέ ξανά.Γιατί ο χρόνος πάντα εχθρός της στεκόταν σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις.Γιατί ήξερε.Γιατί είχε μάθει πιά....
Δεν κράτησε τον όρκο της.Τον έσπασε.Την επόμενη φορά που πάλι χρόνος της ζητήθηκε,πάλι ναι είπε.
Όχι,δεν ήταν ανακόλουθη με τον εαυτό της.Απλώς αγαπούσε.Και δεν μπορούσε να κάμει αλλιώς...

Κυριακή 1 Ιουνίου 2008

Η Εκδίκηση μας...






"Κάθε μικρό σου θάνατο και κάθε ηλιοβασίλεμα πικρό
μπορώ να νικήσω..."
(Δήμητρα Γαλάνη-Μανώλης Φάμελλος: Στη μεγάλη πόλη)

"Ένα πρωινό,καθώς οδηγούσα στην Κηφισίας,κάτω απ΄τη γέφυρα της Κατεχάκη,μαγνητίστηκα από ένα γκράφιτι στην ανισόπεδη διάβαση.Με μεγάλα μαύρα γράμματα από σπρέι έγραφε σαν να φώναζε:Η ευτυχία θα είναι η εκδίκηση μας.
Τί ωραίο!Με αναστάτωνε χαρούμενα,μου έκλεινε το μάτι προς μια παλιά μου,ζωηρή αμαρτία:όλους να τους συμπονώ,εκτός απ΄τους φθονερούς.Να θέλω πάντα μου τους φθονερούς,τους ζηλιάρηδες,εκείνους που κιτρινίζουν στη χαρά του άλλου να τους προκαλέσω,να τους γαργαλήσω.Να θέλω να τους χαλάσω με την ίδια την κακομοιριά τους,ανάβοντάς τη,λες και εφαρμόζω ομοιοπαθητική θεραπεία.Άλλωστε,με το καλό,τη σύνεση και με την αγάπη τίποτα μ΄αυτούς δε γίνεται.Αντιθέτως,όσο καλύτερα τους φέρεσαι τόσο αγριεύουν.Είναι μάλλον η μοναδική περίπτωση που νικιέται η αγάπη.Γιατί,για εκείνον που δεν μπορεί ν΄αγαπήσει,η αγάπη του άλλου είναι κόλαση.Δεν αποκλείεται μάλιστα κι αυτός να είναι τελικά ο ορισμός της κόλασης:να σ΄αγαπούν,ενώ εσύ δεν μπορείς ν΄αγαπήσεις.Αυτό θα σημαίνει απόσταση απ΄τον Θεό.
Ο φθόνος για μένα είναι από τα ανθρώπινα πάθη το πιο αντιπαθητικό και φοβάμαι το πιο δύσκολο να θεραπευτεί.Με ερεθίζει δαιμονικά να παίξω μαζί του κι ας γνωρίζω πόσο επικίνδυνο δηλητήριο κουβαλάει όπως ένας σκορπιός.
Η ευτυχία θα είναι η εκδίκησή μας.
Ναι,η ευτυχία είναι η μόνη εκδίκηση που παραδέχομαι.Όσους πιάνει μια τέτοιου είδους εκδίκηση,καλά κάνουν και υποφέρουν.Όσους φαρμακώνει η θέα της ευτυχίας μας,ας προβληματιστούν και ας ψάξουν πώς να γιατρευτούν ώστε να μην υποφέρουν.Γιατρειά είναι μόνο μια απόφαση.Εκείνη η σταθερή θέληση που λέει:"Ναι,θέλω να είμαι καλός και να αγαπάω".Όταν πάρεις μια τέτοια απόφαση,η ύπαρξη σου πια ξανοίγεται στο θαύμα.Τούτο το καλό,αληθινό "ναι" είναι η πύλη προς την αφθαρσία.Για το ναι σου όμως δε θα βοηθήσει κανείς,είναι ολάκερο δικό σου,ένα μαρτύριο ολόδικό σου.Μετά το ναι όμως οι ουρανοί θα στέλνουν σαν βροχή τη βοήθεια.Ακούγονται εύκολα,ίσως απλοϊκά όλα αυτά,αλλά η διάβαση της ελεύθερης βούλησης,της ελεύθερης απόφασης απο το όχι στο ναί,είναι πιο δύσβατη κι απο πορεία σε πύρινη έρημο.Εκεί χάνονται ζωές και ζωές,εκεί άνθρωποι πέφτουν και νεκρώνονται,και απομένουν μόνο τα οστά και τα κρανία από την πρώτη ομορφιά τους..."
(Μάρω Βαμβουνάκη: Ο παλιάτσος και η Άνιμα)

Αφιερωμένο...
(κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα...)