Δευτέρα 27 Απριλίου 2009

Θες.Μα μπορείς;





Θες

Εύχεσαι

Ελπίζεις

Παρακαλείς

Προσεύχεσαι

Επιθυμείς

Απαιτείς

Μα άλλο το τί θες

Κι άλλο το τί μπορείς

Υπάρχει μεγάλη διαφορά...

Καλησπέρα...

Σάββατο 25 Απριλίου 2009

Πες κάτι







...για μια λεπτομέρεια που σου ξεφεύγει...

...για έναν παράδεισο που κάποτε γεύθηκες...

...για μια παραδεισένια κόλαση που δέχτηκες να πορευτείς
για χάρη μιας αγάπης μεγάλης...

...για το φεγγάρι που τσάκισες και σε τσάκισε μια νύχτα ηδονής...

...για ΄κείνα τα θέλω που έμειναν μισά...

...για το «σε θέλω» που έγινε ήχου σκιά...

...για τα ταξίδια που ονειρεύτηκες και που η Αργώ σου

τσακίστηκε στην πρώτη επαφή της με τη θάλασσα,
γιατί δεν υπολόγισε σωστά τις ξέρες...

...για τον αιώνιο Οδυσσέα που πάντα νομίζει πως βρήκε την ακριβή του Ιθάκη...

...για την αιχμαλωσία σου στη σιωπή που όμως κραυγάζει Έρωτα...

...για τη μνήμη που ζητάει να πνιγεί ή να αναβαπτισθεί μέσα
στη δίνη του αλκοόλ και σε σύννεφα νικοτίνης...

...για τις φωτιές που άναψες και πυρκαγιά τις ονομάτισες μια νύχτα...

...για ΄κείνη την ψυχή που φλέγεται και σβήνει.Και πάλι απ΄την αρχή...

...για όλες τις προσευχές που ψιθύρισες και που απέλπιδα
ικέτευες να εισακουστούν...

...για τις στιγμές που σαν αντίδωρο μοίρασες κι ύστερα χάθηκαν
σε μια σκιά ομίχλης...

...για το «εσύ» και το «εγώ» που έγινε «εμείς μαζί»
μέχρι που διασπάστηκε ξανά...

...για την ανορθογραφία της αγάπης και την ορθογραφία του πόνου...

...για τη λεηλασία ενός κορμιού και τα δάκτυλα που επάνω του ιχνηλατούν...

...για όλα τα «ίσως»,τα «μπορεί»,τα «δεν ξέρω»,τα «δεν αντέχω»,τα «φοβάμαι»...

...για τις πληγές που άνοιξε ο Έρωτας και το κόκκινο που βάφτηκε η ζήση σου...

...για όλα αυτά που δεν ξέχασες και που μέσα σου θα κουβαλάς
σαν ευαγγέλιο απόκρυφο...

...για όλα αυτά που μάταια να ξεχάσεις προσπαθείς μα η λήθη σε αρνείται...

...για όλα όσα σε σκοτώνουν κάθε μέρα και συ σε πείσμα των καιρών βρίσκεις τη δύναμη να ζείς και να ανθίστασαι...

...για τον πόνο που γίνεται λυγμός και αλμύρας δάκρυ...

...για ένα κορμί,βλέμμα,ψυχή που πατρίδα αγαπημένη βάπτισες και κείνη σε ποινή εξορίας και αφορισμού σε καταδίκασε...


Μιλάω απόψε.Αναρωτιέμαι...

Ποιός ακούει;...

Και τι θα μπορούσε να απαντήσει;...


Καληνύχτα...





Τρίτη 21 Απριλίου 2009

Του Έρωτα ερωτήματα





Είναι στιγμές που νιώθεις πως διχάζεσαι.Γιατί δεν ξέρεις ποιό δρόμο να ακολουθήσεις.Αυτόν της καρδιάς ή εκείνον του μυαλού;

Όταν συγκρούεται ο έρωτας με τη λογική,ποιός πρέπει να βγει νικητής;Όταν η καρδιά προστάζει τα δικά της ακολουθείς τους χτύπους της ή τους αγνοείς;

Αφήνεις τη λογική να σε διαφεντέψει ή την παραμερίζεις;Όταν ξέρεις πως πρέπει έστω και μιά φορά να παραδεχτείς πως πρέπει να συμπεριφερθείς ορθολογικά,τότε τί;

Παραμερίζεις το συναίσθημα για χάρη της λογικής;Αφήνεις τη στιγμή να σε κυριέψει;Την ξορκίζεις, αποδιώχνοντάς την;Αφήνεσαι στο πάθος σου ή προσπαθείς να το τιθασεύσεις;Για να κερδίσεις τί μετά;

Τινάζεις τα πάντα στον αέρα μόνο και μόνο για να αγγίξεις;Να γευθείς;Να νιώσεις;Να αισθανθείς;Να δώσεις και να πάρεις;Να ταξιδέψεις και να ναυαγήσεις;
Αφήνεσαι σε μια στιγμιαία ηδονή που όμως δεν είναι αυτοσκοπός;Γιατί ξέρεις πως σε τούτο το σμίξιμο θα κάνουν έρωτα οι ψυχές;

Παραβαίνεις τις αρχές και τα πιστεύω σου για χάρη ενός έρωτα;Για χάρη μιας αγάπης μεγάλης;Θυσιάζεσαι στο βωμό μιας νύχτας ή μιας μέρας;Επιλέγεις το λάθος ή το πάθος;Το ορθόν ή το εσφαλμένο;Και ποιός ξέρει ποιό είναι σωστό ή λάθος;Ό,τι για σένα είναι έτσι για τον άλλον είναι αλλιώς.Ποιός ξέρει να σου πει τί να επιλέξεις;Αφού κι εσύ ανίδεος και έκθαμβος στέκεις απέναντι τους.Αρνείσαι ή παραδέχεσαι ό,τι σε υπερβαίνει;Τάσσεσαι με το Θεό ή προσκυνάς το διάβολο;Και ποιός ο Θεός και ποιός ο διάβολος στον έρωτα;Μήπως αλληλοπεριχωρούνται;

Κι αν πάλι το λάθος πάθος επιλέξεις,θα έχεις ενοχές;Πως θα σε αντιμετωπίσεις μετά;Θα βασανίζεσαι;Θα μετανιώσεις;Θα μέμφεσαι τον εαυτό σου;Που παρασύρθηκες;Μα ξέρεις πως δεν έγινε έτσι.Τότε;Θα πεις πως αφέθηκες στη μαγεία της στιγμής;Πως παρασύρθηκες και πάλι απ΄το συναίσθημα;Ή θα σκεφτείς πως θα έπρεπε να έχεις λειτουργήσει με βάση τη λογική;Μα έχει λογική ο έρωτας;Ο ερωτευμένος;Που τα θέλει όλα;Κι ας ξέρει πως ποτέ δεν θα τα έχει;

Δεν ξέρω ποιό είναι σωστό

Ποιό είναι λάθος

Ξέρω μόνο πως...


ίσως και να μην ξέρω τίποτα πια....

Δευτέρα 13 Απριλίου 2009

Σκόρπιες σκέψεις




Σκορπισμένες προτάσεις.Λόγια χωρίς αντίκρυσμα.Τα λες για να τα πεις

Τί κοστίζουν εξάλλου; Τίποτα,και το ξέρουμε

Απλά για να έχουμε τη συνείδησή μας ήσυχη.Να απαλύνουμε τις όποιες ενοχές

Μα όταν αγαπάς δεν αισθάνεσαι ενοχές,ρε. Δεν στο ΄μαθαν ακόμα;


Παιχνίδια με ζάρια πειραγμένα.Με μπίλιες που τελείωσαν

Και συ που νόμιζες πως ακόμη είχες δυό τρείς στην τσέπη σου.Λάθος φίλε

Δεν τα υπολόγισες σωστά.Απ΄την αρχή χαμένο ήταν το παιχνίδι

Μα εσύ δεν ήθελες να το δεις.Και τώρα...game over κι όχι level up


Χαιρέκακοι θεοί παίζουν μαζί σου.Γιατί τους προκάλεσες σε έναν αγώνα άνισο

Κι ας ήξερες πως δεν έχεις ελπίδα.Μα γούσταρες να ρισκάρεις

Κι έτσι υβριστή σε ονόμασαν.Και σε καταδίκασαν σε αιώνια πληγή και πόνο

Νιώθεις την ηδονή τους;τις ονειρώξεις τους, όταν σε βλέπουν να ματώνεις;

Έτσι πληρώνεις τα επίχειρα.Για χάρη ενός άδολου Έρωτα


Οιηματία χρόνε.Λες πως όλα τα μπορείς.Ακόμη και στον εαυτό σου να γυρίσεις

Το μπορείς;Τ΄αντέχεις;Να σε βλέπεις έρμαιο να γίνεσαι του χρόνου σου;

Να σπας καθρέφτες του παρελθόντος που αντικατοπτρίζουν το μέλλον σου;

Ξύπνα,φίλε....Φενάκη ο χρόνος σαν τελειώσει ο χρόνος σου


Κι εσύ;Εσύ...Πόσο αντέχεις;Πόσο ελπίζεις;Πόσο ονειρεύεσαι;

Έχεις κουράγιο ακόμα;Έχεις αποθέματα;Παυσίλυπο γυρεύεις ή γιορτή;

Κλαίω.Γελάω.Χαλιέμαι.Φτιάχνομαι

Δεν άλλαξα ποτέ.Κι ούτε θα αλλάξω

Ή μάλλον άλλαξα.Χωρίς ποτέ να αλλάξω

Δυστυχώς ή ευτυχώς; Απλά αναρωτήσου




υ.γ.το τραγούδι αφιερωμένο.Σε δυό σημαντικά πρόσωπα της ζωής μου

Σάββατο 11 Απριλίου 2009

Ακριβώς έτσι








Βαρέθηκα ν' ανάβω φωτιές για να ζεσταθούν οι άλλοι και στο τέλος να ξεπαγιάζω εγώ


Να μοιράζομαι την καρέκλα μου με τον κάθε κουρασμένο και στο τέλος να στρογγυλοκάθεται αυτός κι εγώ να κουλουριάζομαι στο πάτωμα


Να σκουπίζω με τα χείλια μου τα δάκρυα των άλλων και τα δικά μου να ξεραίνονται στα μάγουλά μου και να κάνουν κρούστα


Κουράστηκε η ράχη μου να κουβαλά πληγωμένους. Στέγνωσε το στόμα μου να τους φωνάζω. Μη σωριάζεστε, ρε ξεφτίλες. Σταθείτε στα πόδια σας. Μπόρα είναι. Βγάλτε τις τσίμπλες από τα μάτια σας. Ξημερώνει


Βαρέθηκα να φτιάχνομαι με τα λάθη μου


Να φυτεύω βολβούς πάνω σε σωρούς από σκατά


Να βγάζω αθώους τους ένοχους και να κάθομαι για πάρτη τους στο σκαμνί


Να μουλιάζω στη βροχή γιατί άνοιξα την ομπρέλα μου να μπουν από κάτω δυο τρεις μουρόχαβλοι που μου φάνηκαν κρυουλιάρηδες

Πάντως, όπως και να 'χει το ζήτημα, ένα πράγμα ξέρω καλά. Πως γουστάρω πολύ

Γουστάρω τη φάση και περισσότερο την αντίφαση

Γουστάρω την τρέλλα μου και περισσότερο την τρέλλα των άλλων

Γουστάρω να μυρίζομαι την ανθρωπίλα

Γουστάρω τ' αγόρια που έχουν κορδέλες στα μαλλιά και στα μάτια ένα ματσάκι μενεξέδες

Γουστάρω τα κορίτσια που τραγουδούν στις ακρογιαλιές μ' ένα θαλασσοπούλι ανάμεσα στα φρύδια

(Αλκυόνη Παπαδάκη:Το σκισμένο ψαθάκι)



Σάββατο 4 Απριλίου 2009

Μήνες μετά




Είχαν περάσει οκτώ μήνες από την τελευταία τους συνάντηση.Μιλούσαν αραιά και που.Ποτέ δεν είχαν ζητήσει να συναντηθούν.Τί θα ωφελούσε άλλωστε;Δεν είχαν να πουν και πολλά.Γι΄αυτό και ξαφνιάστηκε όταν της ανακοίνωσε πως ήταν Αθήνα και ήθελε να τη συναντήσει.Δέχτηκε.Τί είχε να χάσει;

Τον είδε λίγες ώρες μετά.Μια συνάντηση δύσκολη,επίπονη.Με πολλές σιωπές και εκατέρωθεν εκνευρισμό.Ήξερε πως τούτος ο άντρας ή θα την ηρεμούσε ή θα την τάραζε.Πάντα έτσι γινόταν.Δεν υπήρχε μέση λύση.Ποτέ

Συναντήθηκαν ξανά την επόμενη.Τον παρατηρούσε για ώρα.Ήταν ο ίδιος.Δεν είχε αλλάξει.Φορούσε την ίδια κολώνια.Αυτή που πάντα της άρεσε να μυρίζει πάνω του.Κάπνιζε τα ίδια τσιγάρα. «Ξενέρωτα κι εσύ;» τον ρώτησε.Αυτός γέλασε δυνατά.Της είχε λείψει το γέλιο του. «Ξενέρωτα κι εγώ.Και μη μου κάνεις τράκα αν σε χαλάνε» απάντησε και γέλασε ξανά.Παρατήρησε πως είχε αφήσει τα μαλλιά του να μακρύνουν. «Περίεργο,σκέφτηκε,δεν το είχα προσέξει την προηγούμενη»

Περιπλανήθηκαν στα δρομάκια της Πλάκας.Εκείνη του ζήτησε να πάνε εκεί.Το ήθελε τόσο πολύ να χαθεί στη μαγεία της.Να περπατήσουν μαζί στα μέρη που αγαπούσε να χάνεται.Ποτέ της δεν την έμαθε.Δεν θέλησε να την μάθει.Γι΄αυτό και κάθε φορά νόμιζε πως τη γνώριζε απ΄την αρχή.Πως ποτέ δεν είχε ξαναπεράσει από κείνα τα μέρη

Πήραν δυό μπύρες.Κάθησαν σε ένα πεζουλάκι.Ήταν περίεργα ήρεμοι και οι δυό.Θυμήθηκαν πως γνωρίστηκαν.Φοιτητές στο ίδιο τμήμα.Ποτέ δεν είχαν πει πάνω από ένα γειά.Μια μέρα βρέθηκαν να τρώνε μαζί στο ίδιο τραπέζι. «Θυμάσαι,της είπε,πως μια τυρόπιττα ήταν η αφορμή για να μιλήσουμε;». Και βέβαια το θυμόταν. «Μα τυρόπιττα με καρότα και αρακά,ποτέ μου δεν ξαναέφαγα από τότε» είπε και γέλασαν αυθόρμητα και οι δύο.Θυμήθηκαν τον τύπο που τους έκανε δίκαιο και που συνήθιζε στην παράδοση να πίνει μπύρα. «Άντε γειά μας» του φώναξε εκείνη μια μέρα. «Στην υγειά σου παιδί μου» απάντησε ο τύπος και συνέχισε σαν να μη συμβαίνει τίποτα.Από τότε δεν ξαναπάτησαν στο μάθημά του.Το σκονάκι που είχε κάνει εκείνη στα οικονομικά και που η οικονομικού δεν είχε καταλάβει πως ήταν για το μάθημά της.Τόσο σχετική.Τα Gauloises που κάπνιζε εκείνη και το βρίσιμο που έτρωγε από τους άλλους γιατί δεν μπορούσαν να ανεχτούν τη μυρωδιά τους.Θυμήθηκαν τον Θάνο,τον Γιώργο,την Μαρία,την Αρετή,τον Γιάννη,τη Βαγγελίτσα.Πως έχασαν το πτυχίο τον Ιούνη και πήγαν για Δεκέμβρη.Το γλέντι που είχαν κάνει στη Μποέμισσα λίγες μέρες μετά την ορκωμοσία.Τη φωτογραφία εκείνου που φορούσε ένα κρεμαστό σκουλαρίκι.Είχαν πιεί πολύ εκείνο το βράδυ

Θυμήθηκαν και τις δύσκολες εποχές.Τότε που εκείνος έδινε τις δικές του μάχες για να κερδίσει τη Ζωή.Και τα κατάφερε. «Είσαι από τους λίγους ανθρώπους που με στήριξαν.Ούτε οι δικοί μου δεν το πίστεψαν πως θα τα κατάφερνα.Ενώ εσύ...».Είχαν σοβαρέψει ξαφνικά και οι δυό.Γιατί ήξεραν πως η κουβέντα τους θα αποκτούσε πιο προσωπικό χαρακτήρα.Γιατί θα έπρεπε να μιλήσουν για όλα όσα τους χώρισαν.Στο μακρινό τότε και στο λίγο πιο πρόσφατο.Αφέθηκε να τον ακούει.Όχι πως δεν ήξερε,τα είχαν ξαναπεί αμέτρητες φορές,μα τούτη τη φορά ήταν τόσο ήρεμος.Της μίλησε για τους φόβους του,τα λάθη που είχε κάνει.Για την ανωριμότητά του που ήταν η αιτία που την άφησε να φύγει. «Μόνο όταν σε έχασα για πάντα αντιλήφθηκα το λάθος που είχα διαπράξει.Έπρεπε να γνωρίσω άλλες καταστάσεις για να καταλάβω πραγματικά με ποιάν είχα να κάνω.Όχι πως δεν ήξερα,μα φοβόμουνα να παραδεχτώ πως είσαι έτσι στ΄αλήθεια.Γι΄αυτό και το ΄βαλα στα πόδια.Γιατί δεν μπόρεσα να αντέξω το πόσο αληθινή είσαι»

Μίλαγαν ώρες πολλές.Για τα όσα ονειρεύτηκαν και που έμειναν μόνο όνειρα.Για τις στιγμές που ένιωσαν ευτυχισμένοι.Όχι μαζί απαραίτητα.Για τους ανθρώπους που τους ακύρωσαν.Που τους πλήγωσαν.Που τους «χρησιμοποίησαν». Για φίλους και για «φίλους».Για έρωτες παλιούς και τωρινούς.Για σχέσεις που δοκιμάστηκαν στο πέρασμα του χρόνου.Για τα όσα ζούσαν τώρα.Για τις αλήθειες και τα ψέμματα που τους είπαν.Της είπε πως ήξερε.Πως είχε καταλάβει τα πάντα.Κι ας μην του είχε μιλήσει.Έκλαψαν και γέλασαν. «Είσαι απίστευτα ήρεμη σήμερα,της είπε.Μα και τόσο μελαγχολική ταυτόχρονα»

Ξεχάστηκαν πάνω στις κουβέντες τους.Ξεχάστηκε στην αγκαλιά του.Ήταν το ίδιο ζεστή όπως πάντα.Κάπνισε απ΄το τσιγάρο του.Η γεύση του...Και η μυρωδιά του.. ήταν πάντα η ίδια κι αυτή.Η ώρα είχε περάσει επικίνδυνα.Το ρολόι έδειχνε τρείς τα ξημερώματα.Έπρεπε να φύγουν.Κάποιοι περαστικοί τους κοίταζαν περίεργα. «Πρέπει,του είπε».«Πρέπει,ναι,απάντησε αυτός».Έκαναν μια βόλτα με το αυτοκίνητο.Είχε μια όμορφη νυχτιά.Ένα δροσερό αεράκι έμπαινε απ΄τα ορθάνοιχτα παράθυρα.Οδηγούσε κρατώντάς της το χέρι.Που και που της το έσφιγγε σαν να ήθελε να της πει, «είμαι εδώ». Δεν μίλησαν καθόλου

Την άφησε έξω απ΄ το σπίτι της. «Θυμάσαι που κάποτε αναρωτήθηκες αν βλέπουμε το ίδιο φεγγάρι» της είπε. «Το ίδιο είναι πάντα.Και για σένα και για μένα και για όλους.Ο τρόπος που το κοιτάζουμε διαφέρει.Και τα μάτια που το αντικρύζουν.Μείνε όπως είσαι.Μην αλλάξεις ποτέ.Για να μπορείς να το κοιτάζεις με τούτο το καθάριο βλέμμα σου.Για τίποτα και για κανέναν.Είσαι ό,τι καλύτερο μου έτυχε.Και πάντα απ΄τους πιο δικούς μου ανθρώπους.Ακόμη κι αν δεν σε ξαναδώ ποτέ.Γιατί με έκανες καλύτερο.Γιατί μου έμαθες πως αξίζει να εμπιστεύομαι.Και να πιστεύω.Σε μένα.Γιατί πρώτη εσύ με πίστεψες.Και μου το έδειξες.Θα ΄σαι πάντα το τυχερό μου αστέρι».

«Καληνύχτα» του είπε και βγήκε χωρίς να πει τίποτε άλλο.Χαμογέλασε και θυμήθηκε πως είχε ξανακούσει τούτα τα λόγια.Απ΄αλλού.Ήξερε πως θα τον ξαναέβλεπε και το επόμενο βράδυ.Μα του είχε ζητήσει να μην πουν τίποτα.Να μην μιλήσουν καθόλου.Μόνο μια βόλτα του ζητούσε.Μια ακόμη βόλτα.Που ίσως θα ήταν και η τελευταία τους.Το είχαν ξαναπεί.Το ήξερε

Μα τούτη τη φορά θα ήταν στ΄αλήθεια...

υ.γ.Το τραγούδι που ακούγεται,μόνο τυχαίο δεν είναι